αυτοϊκανοποίηση

αυτοϊκανοποίηση
η самодовольство

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Смотреть что такое "αυτοϊκανοποίηση" в других словарях:

  • αυτοϊκανοποίηση — η 1. το να είναι κανείς ικανοποιημένος από τον εαυτό του, τις επιδόσεις του ή τις ενέργειές του 2. αυνανισμός …   Dictionary of Greek

  • αυτοϊκανοποίηση — η η ικανοποίηση του εαυτού μας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Λεβινάς, Εμανουέλ — (Emmanuel Levinas, Κάουνας 1906 – Παρίσι 1995). Γάλλος φιλόσοφος και πανεπιστημιακός, λιθουανικής καταγωγής. Σπούδασε φιλοσοφία στο πανεπιστήμιο του Στρασβούργου. Το 1928 συνέχισε με σπουδές φαινομενολογίας στο πανεπιστήμιο Φράιμπουργκ, υπό την… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»